难得 έννοια και προφορά

难得
Απλοποιημένη λέξη
難得
Παραδοσιακή λέξη

难得 ελληνικός ορισμός

nán dé

  • σπάνιος

HSK level


Χαρακτήρες

  • (nán): δύσκολος
  • (dé): παίρνω