非法 έννοια και προφορά

非法
Απλοποιημένη / παραδοσιακή λέξη

非法 ελληνικός ορισμός

fēi fǎ

  • παράνομος

HSK level


Χαρακτήρες

  • (fēi): μη-
  • (fǎ): νόμος