面条
面條
面条 ελληνικός ορισμός
miàn tiáo
- λαζάνια
miàn tiáo
- λαζάνια
HSK level
Χαρακτήρες
Παραδείγματα ποινών με 面条
-
服务员,我要一碗面条。
Fúwùyuán, wǒ yào yī wǎn miàntiáo.