顺利
順利
顺利 ελληνικός ορισμός
shùn lì
- ομαλά
shùn lì
- ομαλά
HSK level
Χαρακτήρες
Παραδείγματα ποινών με 顺利
-
比赛进行得很顺利。
Bǐsài jìnxíng dé hěn shùnlì.