颠簸
                
                
                
                Απλοποιημένη λέξη
                
                
            
                        顛簸
                    
                    
                        Παραδοσιακή λέξη
                    
                颠簸 ελληνικός ορισμός
        
            diān bǒ
            
                
                    
                
                
            
            
                
            
        
        
            
                
                - προσκρούσεις
 
                
            
        
    
diān bǒ
- προσκρούσεις