驻扎
                
                
                
                Απλοποιημένη λέξη
                
                
            
                        駐紮
                    
                    
                        Παραδοσιακή λέξη
                    
                驻扎 ελληνικός ορισμός
        
            zhù zhā
            
                
                    
                
                
            
            
                
            
        
        
            
                
                - σταθμευμένος
zhù zhā
- σταθμευμένος
