鼓舞 έννοια και προφορά

鼓舞
Απλοποιημένη / παραδοσιακή λέξη

鼓舞 ελληνικός ορισμός

gǔ wǔ

  • εμπνέω

HSK level


Χαρακτήρες

  • (gǔ): τύμπανο
  • (wǔ): χορός