令
令 ελληνικός ορισμός
lìng
- φτιαχνω, κανω
lìng
- φτιαχνω, κανω
Επίπεδα HSK
Χαρακτήρες με την ίδια προφορά
- 另 : αλλο
Παραδείγματα ποινών με 令
-
这个消息非常令人吃惊。
Zhège xiāoxī fēicháng lìng rén chījīng.
Λέξεις που περιέχουν 令, ανά επίπεδο HSK
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 5
- 命令 (mìng lìng) : εντολή
- 夏令营 (xià lìng yíng) : κατασκήνωση
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 6
- 司令 (sī lìng) : διοικητής
- 指令 (zhǐ lìng) : εντολή