匙
匙 ελληνικός ορισμός
shi
- κλειδί, κουτάλι
shi
- κλειδί, κουτάλι
Επίπεδα HSK
Παραδείγματα ποινών με 匙
-
我把钥匙掉在了地上。
Wǒ bǎ yàoshi diào zàile dìshàng. -
我今天忘记带钥匙。
Wǒ jīntiān wàngjì dài yàoshi.
Λέξεις που περιέχουν 匙, ανά επίπεδο HSK
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 4
- 钥匙 (yào shi) : κλειδί