咀 έννοια και προφορά

Απλοποιημένος / παραδοσιακός χαρακτήρας

咀 ελληνικός ορισμός

  • τσούι

Επίπεδα HSK


Χαρακτήρες με την ίδια προφορά

  • : ανελκυστήρας
  • : Japanese variant of 舉|举;
  • : Zeikowa acuminata;
  • : μελαγχολικός
  • : στιγμή
  • : round bamboo basket;
  • : Zhou Dynasty vassal state in modern day Shandong Province;
  • : betel;
  • : weak, lame;
  • : hunchbacked; walk alone;
  • : irregular; uneven teeth;

Λέξεις που περιέχουν 咀, ανά επίπεδο HSK