夜 έννοια και προφορά

Απλοποιημένος / παραδοσιακός χαρακτήρας

夜 ελληνικός ορισμός

  • νύχτα

Επίπεδα HSK


Χαρακτήρες με την ίδια προφορά

  • : βιομηχανία
  • : φύλλο
  • : to pull; to drag; to join together; oar;
  • : erroneous variant of 拽[ye4];
  • : to press down;
  • : bright light; to sparkle;
  • : to drag; to pull; Taiwan pr. [yi4];
  • : 䏌
  • : 㓞
  • : sickness; repeated;
  • : υγρό
  • : blaze of fire; glorious;
  • : to fry in fat or oil; to scald;
  • : armpit; (biology) axilla; (botany) axil; Taiwan pr. [yi4];
  • : leaf
  • : to visit (a superior);
  • : thin plates of metal;
  • : dimple;
  • : σελίδα
  • : to carry food to laborers in the field;
  • : a kind of bird similar to pheasant;

Παραδείγματα ποινών με 夜

  • 我昨天夜里 3 点就醒了,然后就再也睡不着
    Wǒ zuótiān yèlǐ 3 diǎn jiù xǐngle, ránhòu jiù zài yě shuì bù zháo

Λέξεις που περιέχουν 夜, ανά επίπεδο HSK