弎 έννοια και προφορά

Απλοποιημένος / παραδοσιακός χαρακτήρας

弎 ελληνικός ορισμός

sān

  • archaic variant of 參|叁, banker's anti-fraud numeral three

Χαρακτήρες με την ίδια προφορά

  • : numeral 3 in Suzhou numeral system 蘇州碼子|苏州码子[Su1 zhou1 ma3 zi5];
  • : τρία
  • : three (banker's anti-fraud numeral);
  • : long-haired; shaggy;
  • : wild hair;