怪
怪 ελληνικός ορισμός
guài
- παράξενος
guài
- παράξενος
Επίπεδα HSK
Χαρακτήρες με την ίδια προφορά
- 夬 : decisive;
Παραδείγματα ποινών με 怪
-
我觉得这个问题很奇怪。
Wǒ juédé zhège wèntí hěn qíguài.
Λέξεις που περιέχουν 怪, ανά επίπεδο HSK
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 3
- 奇怪 (qí guài) : παράξενος
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 5
- 怪不得 (guài bu de) : δεν είναι να απορείς
- 难怪 (nán guài) : δεν είναι να απορείς
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 6
- 古怪 (gǔ guài) : εκκεντρικός
- 责怪 (zé guài) : κατηγορώ