揪 έννοια και προφορά

Απλοποιημένος / παραδοσιακός χαρακτήρας

揪 ελληνικός ορισμός

jiū

  • to seize
  • to clutch
  • to hold tight
  • to grip

Χαρακτήρες με την ίδια προφορά

  • : archaic variant of 糾|纠[jiu1];
  • : wailing of child; chirp;
  • : to gather; to collect;
  • : to hang down;
  • : ερευνα
  • : σωστός
  • : complicated, confused; dispute;
  • : lots (to be drawn); lot (in a game of chance);
  • : bun (of hair);
  • : turtledove; (literary) to gather;