究 έννοια και προφορά

Απλοποιημένος / παραδοσιακός χαρακτήρας

究 ελληνικός ορισμός

jiū

  • ερευνα

Επίπεδα HSK


Χαρακτήρες με την ίδια προφορά

  • : archaic variant of 糾|纠[jiu1];
  • : wailing of child; chirp;
  • : to seize; to clutch; to hold tight; to grip;
  • : to gather; to collect;
  • : to hang down;
  • : σωστός
  • : complicated, confused; dispute;
  • : lots (to be drawn); lot (in a game of chance);
  • : bun (of hair);
  • : turtledove; (literary) to gather;

Παραδείγματα ποινών με 究

  • 你究竟为什么哭呢?
    Nǐ jiùjìng wèishéme kū ne?
  • 我在大学里读硕士研究生。
    Wǒ zài dàxué lǐ dú shuòshì yánjiūshēng.
  • 这个问题我们还要再研究一下。
    Zhège wèntí wǒmen hái yào zài yánjiū yīxià.

Λέξεις που περιέχουν 究, ανά επίπεδο HSK