斋 έννοια και προφορά

Απλοποιημένος χαρακτήρας
Παραδοσιακός χαρακτήρας

斋 ελληνικός ορισμός

zhāi

  • to fast or abstain from meat, wine etc
  • vegetarian diet
  • study room
  • building
  • to give alms (to a monk)

Χαρακτήρες με την ίδια προφορά

  • : διαλέγω
  • : Japanese variant of 齋|斋[zhai1];