楋
                
                
                    
                    Απλοποιημένος / παραδοσιακός χαρακτήρας
                    
                
            楋 ελληνικός ορισμός
        
            là
            
                
                    
                
                
            
            
                
            
        
        
            
                
                - to plant trees (old)
là
- to plant trees (old)
