氧
氧 ελληνικός ορισμός
yǎng
- οξυγόνο
yǎng
- οξυγόνο
Επίπεδα HSK
Χαρακτήρες με την ίδια προφορά
Λέξεις που περιέχουν 氧, ανά επίπεδο HSK
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 6
- 二氧化碳 (èr yǎng huà tàn) : διοξείδιο του άνθρακα
- 氧气 (yǎng qì) : οξυγόνο