养
養
养 ελληνικός ορισμός
yǎng
- υποστήριξη
yǎng
- υποστήριξη
Επίπεδα HSK
Χαρακτήρες με την ίδια προφορά
Παραδείγματα ποινών με 养
-
女儿养成了每天写日记的习惯。
Nǚ'ér yǎng chéngle měitiān xiě rìjì de xíguàn. -
我从小就养成这个习惯。
Wǒ cóngxiǎo jiù yǎng chéng zhège xíguàn.
Λέξεις που περιέχουν 养, ανά επίπεδο HSK
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 4
- 养成 (yǎng chéng) : αναπτύσσω
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 5
- 培养 (péi yǎng) : να καλλιεργήσει
- 营养 (yíng yǎng) : θρέψη
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 6
- 保养 (bǎo yǎng) : συντήρηση
- 抚养 (fǔ yǎng) : υψώνω
- 教养 (jiào yǎng) : ανατροφή
- 饲养 (sì yǎng) : εκτροφή
- 修养 (xiū yǎng) : εκπαίδευση