渺 έννοια και προφορά

Απλοποιημένος / παραδοσιακός χαρακτήρας

渺 ελληνικός ορισμός

miǎo

  • ασαφής

Επίπεδα HSK


Χαρακτήρες με την ίδια προφορά

  • : the limit; tip of branch;
  • : a flood; infinity;
  • : blind in one eye; blind; tiny; humble; to stare;
  • : δεύτερος
  • : indistinct;
  • : περιφρονώ
  • : profound; remote;

Λέξεις που περιέχουν 渺, ανά επίπεδο HSK