湯 έννοια και προφορά

Απλοποιημένος / παραδοσιακός χαρακτήρας

湯 ελληνικός ορισμός

tāng

  • soup

Χαρακτήρες με την ίδια προφορά

  • : (onom.) clang; bong; bang;
  • : σούπα
  • : carbonyl (radical);
  • : to wade; to trample;
  • : noise of drums;