炊
炊 ελληνικός ορισμός
chuī
- μαγείρεμα
chuī
- μαγείρεμα
Επίπεδα HSK
Χαρακτήρες με την ίδια προφορά
- 吹 : πλήγμα
Λέξεις που περιέχουν 炊, ανά επίπεδο HSK
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 6
- 炊烟 (chuī yān ) : μαγειρική καπνός