痖 έννοια και προφορά

Απλοποιημένος χαρακτήρας
Παραδοσιακός χαρακτήρας

痖 ελληνικός ορισμός

  • mute, incapable of speech
  • same as 啞|哑[ya3]

Χαρακτήρες με την ίδια προφορά