盖
蓋
盖 ελληνικός ορισμός
gài
- κάλυμμα
gài
- κάλυμμα
Επίπεδα HSK
Χαρακτήρες με την ίδια προφορά
Λέξεις που περιέχουν 盖, ανά επίπεδο HSK
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 5
-
盖 (gài): κάλυμμα
-
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 6
- 覆盖 (fù gài) : κάλυμμα
- 盖章 (gài zhāng) : σφραγίδα
- 膝盖 (xī gài) : γόνατο
- 掩盖 (yǎn gài) : κάλυμμα