溉
溉 ελληνικός ορισμός
gài
- ποτίζω
gài
- ποτίζω
Επίπεδα HSK
Χαρακτήρες με την ίδια προφορά
Λέξεις που περιέχουν 溉, ανά επίπεδο HSK
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 6
- 灌溉 (guàn gài) : άρδευση