磐 έννοια και προφορά

Απλοποιημένος / παραδοσιακός χαρακτήρας

磐 ελληνικός ορισμός

pán

  • firm
  • stable
  • rock

Χαρακτήρες με την ίδια προφορά

  • : to move;
  • : large scarf;
  • : plate;
  • : classifier for strips of land or bamboo, shops, factories etc; slit bamboo or chopped wood (dialect);
  • : πλάκα
  • : name of a river in Shaanxi;
  • : small bag; sack;
  • : Trichina spiralis; to coil;
  • : limp;
  • : large belt;