穴 έννοια και προφορά

Απλοποιημένος / παραδοσιακός χαρακτήρας

穴 ελληνικός ορισμός

xué

  • τρύπα

Επίπεδα HSK


Χαρακτήρες με την ίδια προφορά


Λέξεις που περιέχουν 穴, ανά επίπεδο HSK