穿 έννοια και προφορά

穿
Απλοποιημένος / παραδοσιακός χαρακτήρας

穿 ελληνικός ορισμός

chuān

  • φορούν

Επίπεδα HSK


Χαρακτήρες με την ίδια προφορά


Παραδείγματα ποινών με 穿

  • 穿红衣服的是服务员。
    Chuān hóng yīfú de shì fúwùyuán.
  • 我穿过房间看见一个女人。
    wǒ chuānguò fángjiān kànjiàn yīgè nǚrén.
  • 我很爱穿那件白衣服。
    Wǒ hěn ài chuān nà jiàn bái yīfú.
  • 天冷了,多穿些衣服吧。
    Tiān lěngle, duō chuān xiē yīfú ba.
  • 今天我穿这件衬衫。
    Jīntiān wǒ chuān zhè jiàn chènshān.

Λέξεις που περιέχουν 穿, ανά επίπεδο HSK