翩 έννοια και προφορά

Απλοποιημένος / παραδοσιακός χαρακτήρας

翩 ελληνικός ορισμός

piān

  • to fly fast

Χαρακτήρες με την ίδια προφορά

  • : μερικός
  • : expression of contempt equivalent to 呸[pei1];
  • : άρθρα