菜
菜 ελληνικός ορισμός
cài
- πιάτο
cài
- πιάτο
Επίπεδα HSK
Χαρακτήρες με την ίδια προφορά
Παραδείγματα ποινών με 菜
-
那些菜,我都喜欢吃。
Nàxiē cài, wǒ dōu xǐhuān chī. -
今天我做了三个菜。
Jīntiān wǒ zuòle sān gè cài. -
今天妈妈坐了很多菜。
Jīntiān māmā zuòle hěnduō cài. -
先生,请问您什么时候开始点菜?
Xiānshēng, qǐngwèn nín shénme shíhòu kāishǐ diǎn cài? -
这个菜做得还可以。
Zhège cài zuò dé hái kěyǐ.
Λέξεις που περιέχουν 菜, ανά επίπεδο HSK
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 1
-
菜 (cài): πιάτο
-
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 3
- 菜单 (cài dān) : μενού
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 5
- 蔬菜 (shū cài) : λαχανικά