藕
                
                
                    
                    Απλοποιημένος / παραδοσιακός χαρακτήρας
                    
                
            藕 ελληνικός ορισμός
        
            ǒu
            
                
                    
                
                
            
            
                
            
        
        
            
                
                - root of lotus
ǒu
- root of lotus
