蜗 έννοια και προφορά

Απλοποιημένος χαρακτήρας
Παραδοσιακός χαρακτήρας

蜗 ελληνικός ορισμός

  • snail
  • Taiwan pr. [gua1]
  • see 蝸牛|蜗牛[wo1 niu2]

Χαρακτήρες με την ίδια προφορά

  • : dwarf; Japanese (derog.) (old);
  • : φωλιά
  • : lettuce, see 萵苣|莴苣;
  • : to make dirty; to soil;
  • : to slip and sprain a limb;