趁 έννοια και προφορά

Απλοποιημένος / παραδοσιακός χαρακτήρας

趁 ελληνικός ορισμός

chèn

  • εκμεταλλεύομαι

Επίπεδα HSK


Χαρακτήρες με την ίδια προφορά


Λέξεις που περιέχουν 趁, ανά επίπεδο HSK