酊 Απλοποιημένος / παραδοσιακός χαρακτήρας 酊 ελληνικός ορισμός dīng βάμμα Χαρακτήρες με την ίδια προφορά 丁 : κωδώνισμα 仃 : κωδώνισμα 叮 : κωδώνισμα 帄 : 帄 玎 : κωδώνισμα 疔 : βρασμός 盯 : κοιτάζω 钉 : καρφί 靪 : λιου 靪 帄