餐
餐 ελληνικός ορισμός
cān
- γεύμα
cān
- γεύμα
Επίπεδα HSK
Χαρακτήρες με την ίδια προφορά
Παραδείγματα ποινών με 餐
-
学校附近新开了一家餐厅。
Xuéxiào fùjìn xīn kāile yījiā cāntīng.
Λέξεις που περιέχουν 餐, ανά επίπεδο HSK
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 4
- 餐厅 (cān tīng) : εστιατόριο