馒
饅
馒 ελληνικός ορισμός
mán
- ψωμί στον ατμό
mán
- ψωμί στον ατμό
Επίπεδα HSK
Χαρακτήρες με την ίδια προφορά
Λέξεις που περιέχουν 馒, ανά επίπεδο HSK
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 5
- 馒头 (mán tou) : ψωμί στον ατμό