公道 έννοια και προφορά

公道
Απλοποιημένη / παραδοσιακή λέξη

公道 ελληνικός ορισμός

gōng dào

  • δικαιοσύνη

HSK level


Χαρακτήρες

  • (gōng): δημόσιο
  • (dào): τάο