减肥 έννοια και προφορά

减肥
Απλοποιημένη λέξη
減肥
Παραδοσιακή λέξη

减肥 ελληνικός ορισμός

jiǎn féi

  • χάνω βάρος

HSK level


Χαρακτήρες

  • (jiǎn): πιο λιγο
  • (féi): λίπος

Παραδείγματα ποινών με 减肥

  • 我每天跑步减肥。
    Wǒ měitiān pǎobù jiǎnféi.