刹那 έννοια και προφορά

刹那
Απλοποιημένη / παραδοσιακή λέξη

刹那 ελληνικός ορισμός

chà nà

  • στιγμή

HSK level


Χαρακτήρες

  • (shā): φρένο
  • (nà): ότι