加油站 έννοια και προφορά

加油站
Απλοποιημένη / παραδοσιακή λέξη

加油站 ελληνικός ορισμός

jiā yóu zhàn

  • αέριο

HSK level


Χαρακτήρες

  • (jiā): συν
  • (yóu): λάδι
  • (zhàn): σταθμός

Παραδείγματα ποινών με 加油站

  • 你家附近有加油站吗?
    Nǐ jiā fùjìn yǒu jiāyóu zhàn ma?