单位 έννοια και προφορά

单位
Απλοποιημένη λέξη
單位
Παραδοσιακή λέξη

单位 ελληνικός ορισμός

dān wèi

  • μονάδα

HSK level


Χαρακτήρες

  • (dān): μονόκλινο
  • (wèi): κομμάτι