危险
危險
危险 ελληνικός ορισμός
wēi xiǎn
- κίνδυνος
wēi xiǎn
- κίνδυνος
HSK level
Χαρακτήρες
Παραδείγματα ποινών με 危险
-
在森林里吸烟很危险,容易着火。
Zài sēnlín lǐ xīyān hěn wéixiǎn, róngyì zháohuǒ.