险
險
险 ελληνικός ορισμός
xiǎn
- κίνδυνος
xiǎn
- κίνδυνος
Επίπεδα HSK
Χαρακτήρες με την ίδια προφορά
- 㬎 : 夒
- 姺 : name of an ancient state;
- 崄 : precipitous; rugged;
- 幰 : curtain at front of carriage;
- 显 : προβολή
- 燹 : conflagration;
- 狝 : to hunt in autumn (archaic);
- 猃 : a kind of dog with a long snout; see 獫狁|猃狁[Xian3 yun3];
- 筅 : bamboo brush for utensils;
- 藓 : moss; lichen; moss on damp walls; used erroneously for 蘇|苏;
- 蚬 : Cyclina orientalis;
- 跣 : barefooted;
- 険 : Japanese variant of 險|险;
- 韅 : leather girth on horse;
- 顕 : Japanese variant of 顯|显;
Παραδείγματα ποινών με 险
-
在森林里吸烟很危险,容易着火。
Zài sēnlín lǐ xīyān hěn wéixiǎn, róngyì zháohuǒ.
Λέξεις που περιέχουν 险, ανά επίπεδο HSK
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 4
- 危险 (wēi xiǎn) : κίνδυνος
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 5
- 保险 (bǎo xiǎn) : ασφαλιση
- 风险 (fēng xiǎn) : κίνδυνος
- 冒险 (mào xiǎn) : περιπέτεια