险 έννοια και προφορά

Απλοποιημένος χαρακτήρας
Παραδοσιακός χαρακτήρας

险 ελληνικός ορισμός

xiǎn

  • κίνδυνος

Επίπεδα HSK


Χαρακτήρες με την ίδια προφορά

  • : 夒
  • : name of an ancient state;
  • : precipitous; rugged;
  • : curtain at front of carriage;
  • : προβολή
  • : conflagration;
  • : to hunt in autumn (archaic);
  • : a kind of dog with a long snout; see 獫狁|猃狁[Xian3 yun3];
  • : bamboo brush for utensils;
  • : moss; lichen; moss on damp walls; used erroneously for 蘇|苏;
  • : Cyclina orientalis;
  • : barefooted;
  • : Japanese variant of 險|险;
  • : leather girth on horse;
  • : Japanese variant of 顯|显;

Παραδείγματα ποινών με 险

  • 在森林里吸烟很危险,容易着火。
    Zài sēnlín lǐ xīyān hěn wéixiǎn, róngyì zháohuǒ.

Λέξεις που περιέχουν 险, ανά επίπεδο HSK