吹捧 έννοια και προφορά

吹捧
Απλοποιημένη / παραδοσιακή λέξη

吹捧 ελληνικός ορισμός

chuī pěng

  • κολακεύω

HSK level


Χαρακτήρες

  • (chuī): πλήγμα
  • (pěng): κρατήστε