唯独 έννοια και προφορά

唯独
Απλοποιημένη λέξη
唯獨
Παραδοσιακή λέξη

唯独 ελληνικός ορισμός

wéi dú

  • μόνος

HSK level


Χαρακτήρες

  • (wéi): μόνο
  • (dú): μόνος