天生 έννοια και προφορά

天生
Απλοποιημένη / παραδοσιακή λέξη

天生 ελληνικός ορισμός

tiān shēng

  • γεννημένος

HSK level


Χαρακτήρες

  • (tiān): ημέρα
  • (shēng): γεννάω