嫩
嫩 ελληνικός ορισμός
nèn
- προσφορά
nèn
- προσφορά
Επίπεδα HSK
Χαρακτήρες με την ίδια προφορά
- 恁 : to think; this; which?; how? (literary); Taiwan pr. [ren4];
Λέξεις που περιέχουν 嫩, ανά επίπεδο HSK
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 5
-
嫩 (nèn): προσφορά
-