宽敞 έννοια και προφορά

宽敞
Απλοποιημένη λέξη
寬敞
Παραδοσιακή λέξη

宽敞 ελληνικός ορισμός

kuān chang

  • ευρύχωρος

HSK level


Χαρακτήρες

  • (kuān): πλάτος
  • (chǎng): άνοιξε