屁股 έννοια και προφορά

屁股
Απλοποιημένη / παραδοσιακή λέξη

屁股 ελληνικός ορισμός

pì gu

  • βαρέλι

HSK level


Χαρακτήρες

  • (pì): κλανιά
  • (gǔ): μερίδιο