工程师 έννοια και προφορά

工程师
Απλοποιημένη λέξη
工程師
Παραδοσιακή λέξη

工程师 ελληνικός ορισμός

gōng chéng shī

  • μηχανικός

HSK level


Χαρακτήρες

  • (gōng): δουλειά
  • (chéng): τσενγκ
  • (shī): διαίρεση